Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2015

"Το Διπλό Πρόσωπο του Νου", Γιάννης Παπαγιάννης




γράφει και επιμελείται η Βιβή Γεωργαντοπούλου*





Πού αρχίζει και πού (μπορεί να) τελειώνει σαν πηγή έμπνευσης για τον συγγραφέα της εποχής μας αυτή η πολυεπίπεδη πραγματικότητα/καθημερινότητα που εντός της ζούμε ,η τόσο κοινή στα μάτια μας αλλά γεμάτη αγκάθια στην ατομική και συλλογική βίωσή της; Άραγε είναι πράγματι καλό υλικό για να είναι πειστική μια σύγχρονη λογοτεχνική αφήγηση που παίρνει στοιχεία απ΄ αυτήν;
Που αρχίζει και πού σταματά επομένως η συγγραφική φαντασία και πόσο αναγκαία είναι η τεχνική δεινότητα,προτερήματα που επιστρατεύονται για να ειπωθεί με σωστή, αψεγάδιαστη γλώσσα αυτό που (μοιάζει εξ αρχής να) είναι το ζητούμενο στην όλη αφήγηση/διαδρομή; Ποιο είναι σε τούτες τις συγκυρίες το ζητούμενο για το σύγχρονο ελληνικό μυθιστόρημα έτσι όπως σαν είδος πορεύεται σε συγκλονιστικές (αρνητικά και θετικά ιδωμένες ταυτοχρόνως) μέρες;

Εμείς γενικότερα τι κάνουμε ως άνθρωποι /αναγνώστες;Μας απασχολεί και σε πιο βαθμό η φυσική μας διττότητα,αντιλαμβανόμαστε το αμφίσημο,το διπλό,το ενίοτε επιμελώς κι άλλοτε όχι πάντως κρυμμένο ιανικό μας είναι,το κάτω από την μάσκα που φοράμε στην καθημερινότητα αυτή που εδώ δίνει το υλικό στον συγγραφέα;Την σκοτεινή,άλλη πλευρά,την βαθιά χωμένη στην ψυχή και  το νου, αυτή που πιθανόν έχει συνθλιβεί με τους ρόλους που επωμιζόμαστε από παιδιά περνώντας από τις μυλόπετρες του σχολείου και της οικογένειας;
Ποιο άραγε είναι το πιο κρίσιμο,το καταλυτικό που μας καθορίζει ως ενήλικους έχοντας αρχίσει από την εύθραυστη κι ανελέητη παιδική και νεανική ηλικία ήδη να δρα και που αυτό κυρίως παλεύουμε να αντιμετωπίσουμε στις αναζητήσεις ταυτότητας και ύστερα κάθαρσης του εσωτερικού μας κόσμου όταν,στην πρώτη και τις κατοπινές, ωριμότητα,φτάνουμε στο κλείσιμο κύκλων και απολογισμών και στην απόπειρα αρχής κάποιων άλλων,όταν πλέον πρόσωπα του περιβάλλοντός μας, καταστάσεις μέσα στις ευρύτερες συγκυρίες και σχέσεις κάθε είδους έχουν αποδειχτεί ή καταντήσει από μύριους ετερόκλητους παράγοντες ανεπαρκείς και φθοροποιές; Εμείς σαν άτομα μέσα στους μικρόκοσμους του μεγάλου μας κόσμου πόσο και σε τι,πώς έχουμε συμβάλει ή φταίξει λόγω της διττότητας;
Ένα μυθιστόρημα όπως ετούτο του Παπαγιάννη που έχει, και με το παραπάνω, λογοτεχνικές αρετές (αψεγάδιαστη γλώσσα,συνεχή ροή,έξοχη τεχνική,σύγχρονο θέμα κά) μπορεί να καταδείξει αυτήν την άλλη καθημερινότητα και την διττότητά της;

Θα πω με σιγουριά πως ναι,μπορεί και αυτό κάνει όντως και με έξοχο τρόπο.Ο Γιάννης Παπαγιάννης στο μυθιστόρημά του "Το Διπλό Πρόσωπο του Νου",εκδόσεις Κριτική 2015 -ένα από τα πιο καλά κατά την γνώμη μου και ενδιαφέροντα βιβλία της ελληνικής πεζογραφίας το οποίο δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τα επαινούμενα βιβλία της ευρωπαϊκής λογοτεχνικής σκηνής των τελευταίων ετών, βιβλίο απαιτήσεων και όχι απαραιτήτως δυσνόητο αν και όχι ευκολοδιάβαστο (διότι σε μονοπωλεί, πρέπει να το διαβάσεις όχι μόνον με τα μάτια αλλά και το μυαλό), βραδείας καύσεως που θα αντέξει στον χρόνο -εκεί λοιπόν φτιάχνει έναν εκπληκτικό ήρωα στον οποίο δίνει έναν ιδιαιτέρως ελκυστικό,δισυπόστατο ρόλο με έντονα τα χαρακτηριστικά του κριτή και του κρινόμενου την ίδια στιγμή χωρίς να πλατιάζει σε βάρος της αρμονίας και της οικονομίας του λόγου.Μας ιντριγκάρει κιόλας εξ αρχής δίνοντάς του και το όνομά του .
Ο εντός του μυθιστορήματος Παπαγιάννης είναι ο ένας από τους δυο κεντρικούς χαρακτήρες της αφήγησης κι εκείνος που εμπλέκεται παρεμβατικά στην ζωή τού άλλου ήρωα,του ψυχίατρου Βασίλη Ζώη,του οποίου τα αλλοπρόσαλλα(που δεν είναι και τόσο αλλοπρόσαλλα,αντιθέτως έχουν βαθιές ρίζες και αιτίες) καμώματα στην μεσήλικη ζωή του είναι η αφορμή για να υφάνει ο πραγματικός Παπαγιάννης ιδανικό κουκούλι που να  χωράει το ίδιο καλά περιγραφές συμβατικών γεγονότων και επινοημένα περιστατικά,υπαινιγμούς και παρωδίες,σχόλια και διακειμενικές αναφορές-κλειδιά για την πρόσληψη της ιστορίας που (μας)αφηγείται.

Η λακωνική περίληψη στο οπισθόφυλλο εστιάζει στα εξωκειμενικά και ενδοκειμενικά στοιχεία που σχηματίζουν το ορατό σώμα του κειμένου που είναι εμπνευσμένο μεν από την πεζή πραγματικότητα, μπολιασμένο όμως με στοιχεία ονείρου και βέβαια επινόησης,μετασχηματισμένο σε μιαν αφήγηση δομημένη με τρόπο τέτοιο από τεχνικής πλευράς έτσι ώστε αυτή να περάσει στο τέλος χωρίς μεγάλη απώλεια τα βαθύτερα,τα κύρια υπαρξιακά νοήματά της σε μας τους αναγνώστες,ξεχωριστά βεβαίως για τον καθένα μας:

  •   985: Ο έφηβος Βασίλης ερωτεύεται την Ευγενία. Σχεδιάζει να την παντρευτεί, όμως εκείνη αρραβωνιάζεται με άλλον. Η εκδίκησή του θα είναι δαιμονική.
  •   Χειμώνας 2009: Ο Βασίλης,έπειτα από είκοσι χρόνια, επιστρέφει στον τόπο του και ερωτεύεται για δεύτερη φορά την Ευγενία. Όμως δεν είναι η Ευγενία. Η παθιασμένη σχέση ξυπνάει εφιάλτες.
  •   Καλοκαίρι 2009: Ο συγγραφέας συναντάει τον Βασίλη και τρεις κοπέλες σε διακοπές. Το πρωί η μία κοπέλα βρίσκεται δολοφονημένη κι οι υπόλοιποι έχουν εξαφανιστεί.
  •    2011: Ο συγγραφέας συναντά τον Βασίλη,μ’ένα σχέδιο στο μυαλό του.


Στην αναλυτικότατη και επίσης πολιτική ανάγνωση της Μαρώς Τριανταφύλλου (εδώ ολόκληρη η παρουσίαση την οποία θεωρώ εξαιρετική και με κάλυψε 100%) διαβάζουμε:

  • Τόσο στην "Ασθένεια της Πεταλούδας" (Άγκυρα, 2009) και πιο πολύ τώρα, στο μυθιστόρημα "Το Διπλό Πρόσωπο του Νου",η φροντίδα της μορφής,η έγνοια της επιλογής μιας πρωτότυπης και πειραστικής για τον ψαγμένο αναγνώστη αφήγησης είναι μεγάλη. Φαίνεται να έλκεται από το αστυνομικό μυθιστόρημα, που τα τελευταία χρόνια έχει χάσει ουσιαστικά τον αστυνομικό χαρακτήρα, και αποτελεί πλέον μια άλλη μορφή του κοινωνικού μυθιστορήματος.Στο κέντρο της ιστορίας βρίσκεται ένας φόνος, από τον οποίο σαν ιστός αράχνης εξυφαίνεται ένα τεράστιο, πολύπλοκο δίχτυ προσώπων, καταστάσεων και σχέσεων. Λόγω του τρόπου αφήγησης, οι σχέσεις και οι καταστάσεις μοιάζουν να έχουν μια υδάτινη, ονειρική ή καλύτερα εφιαλτική διάσταση. Μια προσεκτικότερη όμως ανάγνωση αποδεικνύει ότι είναι πολύ στέρεα δομημένες και καρφωμένες στην πραγματικότητα. Καρφωμένες στη σύγχρονη Ελλάδα με τις αβεβαιότητες και τις πολλαπλές κρίσεις, την μπερδεμένη και φοβισμένη Ελλάδα, και γι’ αυτό ο πόνος των ανθρώπων και των πραγμάτων κινείται ζωντανός στους δρόμους και διηγείται ιστορίες τρέλας και μίσους ή, στην καλύτερη περίπτωση, ιστορίες ποτισμένες σε οντολογική ειρωνεία.
  • Πρόσωπο μέσα στο κείμενο είναι ο ίδιος ο συγγραφέας, που εμπλέκεται ως ήρωας μέσα στο ίδιο του το έργο, χωρίς όμως να υπάρχει η ελάχιστη αυτοβιογραφικότητα, με επιμελημένη παραμόρφωση του προσώπου ώστε σε τίποτε να μη θυμίζει τον πραγματικό Παπαγιάννη. Παραβιάζει έτσι με ενδιαφέροντα τρόπο τα πιραντελικά όρια της ζωής και της τέχνης, της ζωής που γίνεται αντικείμενο τέχνης, για να μη μοιάζει σε τίποτε με το πραγματικό αντικείμενο αλλά να είναι έτσι που πάντα να το θυμίζει. Η τελική επίγευση από την ανάγνωση του μυθιστορήματος μοιάζει με αυτήν που αφήνει ένας πίνακας του Λούσιεν Φρόιντ.
  • Τα κεφάλαια και τα υποκεφάλαια της ιστορίας του συναιρούν εσκεμμένα τεχνικές διαφόρων ρευμάτων και συγγραφέων. Ένα προσεκτικό μάτι αναγνωρίζει διαφορετικές υφολογικές επιλογές από κεφάλαιο σε υποκεφάλαιο, ακούει υπόγεια γνωστές φωνές, ενώ ο συγγραφέας κλείνει το μάτι βοηθώντας ως έναν βαθμό τον αναγνώστη του να ανακαλύψει τα παιχνίδια αυτά, να τα ξεσκεπάσει με ευχαρίστηση, δίνοντας ένα νέο αναγνωστικό βάθος. 
  • Το "Διπλό Πρόσωπο του Νου" είναι ένα κατεξοχήν μεταμοντέρνο μυθιστόρημα, που μιλά για την περιπέτεια της γραφής, περιγράφει με τον εαυτό του αυτή την περιπέτεια.  Διαχειρίζεται έμμεσα έναν πλούτο σύγχρονων φιλοσοφικών θεωριών για τη γλώσσα και τη χρήση της, με αφετηρία τον Βιτγκενστάιν του Tractatus, ενώ συνομιλεί ευθέως με την ντεριντιανή θεωρία της αποδόμησης. Η γλώσσα, ζωντανή και χυμώδης, αλλάζει από κεφάλαιο σε κεφάλαιο ανάλογα με τις συγκεκριμένες κάθε φορά ανάγκες και τις αναφορές, άλλοτε ακύμαντη, στεγνά περιγραφική, άλλοτε κοφτερή και ειρωνική, άλλοτε στα όρια της προφορικότητας, πράγμα που επιτρέπει στον συγγραφέα να παρασύρει τον αναγνώστη σε συνδημιουργικές αναγνώσεις και στην ψευδαίσθηση ότι αυτό που διαβάζει γράφεται εκείνη τη στιγμή και το γράφει ο αναγνώστης μαζί με τον συγγραφέα.

Για το μυθιστόρημα του Γιάννη Παπαγιάννη γράφει θετικά σχόλια και ο Διονύσης Μαρίνος -με ένα εξαιρετικό στυλ γραψίματος κι εκείνος οφείλω να πω- εδώ και η συνήθης ύποπτη Κατερίνα Μαλακατέ στο μπλογκ τηςμε κείνον τον φοβερό τρόπο που έχει:πέντε σταράτα,εύστοχα σχόλια,κατ΄ευθείαν στο ψαχνό και χωρίς μεσοβέζικες διπλωματοσύνες (αν διαβάσετε την κριτική της θα καταλάβετε τι εννοώ).Τέλος ο ίδιος ο συγγραφέας δίνει μερικές απαντήσεις για το έργο του στην στήλη "στο εργαστήριο του συγγραφέα" του Fractal.
Bρείτε το,παρακαλώ,αυτό το μυθιστόρημα,αγοράστε το αν μπορείτε -διότι δεν είναι ακριβό, ειδικά σε σχέση με την ποιότητα της έκδοσης θα έλεγα καθόλου- δανειστείτε το (όπως έκανα κι εγώ με το προηγούμενό του που κάπου έδωσα και ποτέ δεν μου επέστρεψαν και τώρα το βρήκα στην δημοτική βιβλιοθήκη της γειτονιάς μου),εν ολίγοιςδιαβάστε το, είναι κρίμα το τόσο καλό αυτό βιβλίο να χαθεί στην εκδοτική μας πλημμυρίδα.



* Η Βιβή Γεωργαντοπούλου γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα.Σπούδασε στη Νομική, όμως επαγγελματικά ασχολήθηκε με την αργυροχρυσοχοΐα (ως το 2004) και το εικαστικό βιβλιοπωλείο «Degas» (ως το 2012). Διατηρεί το μπλογκ lesxianagnosisbiblioudegas.blogspot.gr και την ομώνυμη λέσχη Ανάγνωσης από το 2009 μέχρι τώρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου